- Ἀβδήρων
- Ἄβδηροςmasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αβδήρων, δήμος — Νέος δήμος (3.917 κάτ.) του νομού Ξάνθης, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αβδήρων, Μάνδρας, Μυρωδάτου και Νέας Κεσσάνης, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο οικισμός Άβδηρα … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Αβδήρων — Το Α.Μ.Α. θεωρείται το καλύτερο παράδειγμα ανάμεσα στα καινούργια τοπικά επαρχιακά μουσεία. Η πλούσια συλλογή του καλύπτει μία μεγάλη χρονική περίοδο, από την ίδρυση της πόλης από Ίωνες αποίκους στα μέσα του 7ου αι. π.Χ. έως τον 13ο αι. μ.Χ.,… … Dictionary of Greek
Άβδηρα — I Αρχαία πόλη της Θράκης, κοντά στις εκβολές του ποταμού Νέστου. Το όνομα Αβδηρίτης στην αρχαιότητα ήταν συνώνυμο με το ανόητος, βλάκας, χωρίς να είναι γνωστό για ποιον ακριβώς λόγο. Παρ’ όλα αυτά, τα Ά. ήταν η πατρίδα των φιλοσόφων Δημοκρίτου,… … Dictionary of Greek
Liste der Gemeinden Griechenlands (1997–2010) — Die folgende Tabelle umfasst alle griechischen Gemeinden, die im Zuge des Kapodistrias Programms von 1997 aus knapp 6.000 kleineren kommunalen Einheiten geschaffen wurden und im Zuge des Kallikratis Gesetzes von 2010 zum 1. Januar 2011… … Deutsch Wikipedia
Liste der Gemeinden Griechenlands — Griechenland gliedert sich seit dem 1. Januar 2011 in 13 Regionen und 325 Gemeinden. Durch das Kallikratis Gesetz wurden 240 Gemeinden durch Zusammenschluss zuvor bestehender kleinerer Gemeinden neu gebildet. Außer Kreta und Euböa sind die… … Deutsch Wikipedia
Liste des communes de Grèce — Avertissement : les traductions du nom des différentes nouvelles entités administratives sont à prendre avec précaution, les dénominations n étant selon toute vraisemblance pas officiellement fixées en français. Voir l avertissement en tête… … Wikipédia en Français
αβδηριτισμός — To να σκέφτεται ή να ενεργεί κάποιος σαν τους Αβδηρίτες. Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν αβδηρίτες τους άκριτους, τους ματαιόδοξους. Η λέξη προερχόταν από τους κατοίκους των Αβδήρων, τους οποίους οι Έλληνες των άλλων περιοχών θεωρούσαν κενόδοξους και … Dictionary of Greek
λεύκιππος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήρωας και ιδρυτής της «επί Μαιάνδρω» Μαγνησίας. Ήταν γιος του Ξάνθιου και απόγονος του Βελλεροφόντη. Όπως αναφέρει ο Ερμησιάναξ (4ος 3ος αι. π.Χ.), διακρινόταν για τη μεγάλη σωματική του δύναμη και τις εξαιρετικές … Dictionary of Greek
μάνδρα — Ονομασία έξι οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 450 μ., 88 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, Α της λίμνης Τριχωνίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου. 2. Πεδινή πόλη … Dictionary of Greek
πεζούλα — Όνομα 2 οικισμών. 1. Οικισμός (υψόμ. 900 μ.) του νομού Kαρδίτσας. Eίναι έδρα του ομώνυμου δήμου. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 50 μ.) του νομού Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αβδήρων. * * * η το πεζούλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. πέζα + υποκορ.… … Dictionary of Greek